Όταν κάποιος συντάκτης πήγαινε στον αείμνηστο εκδότη της Ελευθεροτυπίας Κίτσο Τεγόπουλο για να παραπονεθεί επειδή «ο τάδε έγραψε αυτό» εκείνος απαντούσε: «ε, τότε εσύ γράψε ένα άλλο».
Το αυτό και όταν κάποιος επιχειρηματίας έπαιρνε τηλέφωνο να διαμαρτυρηθεί για κάποιο δημοσίευμα. Εκείνος απαντούσε «δεν μπλέκομαι στη δουλειά των δημοσιογράφων».
Ο «αέρας» της μεταπολίτευσης λειτούργησε ευεργετικά για την ελευθερία του τύπου στην Ελλάδα από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 έως τις αρχές της δεκαετίας του 2000.
Ενδεικτικά δε, το 2002 η Ελλάδα βρισκόταν στην 19η θέση παγκοσμίως στον σχετικό δείκτη των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα.
Άλλο το επίπεδο των εκδοτών εκείνα τα χρόνια (βλέπε Τεγόπουλος, Λαμπράκης) και άλλο και το επίπεδο των διευθυντών (βλέπε Φυντανίδης, Καραπαναγιώτης).
Οι εφημερίδες είχαν πολιτικό προσανατολισμό αλλά δεν απέκλειαν την άλλη άποψη.
Το «πνεύμα» των παλιών εφημεριδάδων επηρέασε σημαντικά και την ιδιωτική τηλεόραση στο ξεκίνημά της στην Ελλάδα στις αρχές του 1990. Μην ξεχνάμε άλλωστε ότι οι βασικοί μέτοχοι του Mega Channel ήταν οι ιδιοκτήτες των μεγάλων ημερησίων εφημερίδων.
Σε γενικές γραμμές, το σύνολο των ανθρώπων του τύπου εκείνης της εποχής (εκδότες, διευθυντές, δημοσιογράφοι) ήταν μακράν καλύτερο και δημοκρατικότερο από το σημερινό.
Φυσικά δεν ήταν όλα ρόδινα. Υπήρχε η άμεση διαπλοκή που είχε να κάνει με μοιρασιές δημοσίων έργων (π.χ. Μπόμπολας – Έθνος) αλλά και η “έμμεση” διαπλοκή, εκείνη της διαφήμισης: «δεν πειράζουμε τον τάδε, είναι πελάτης».
Υπήρχε, όμως, και «αυριανισμός», και «κιτρινισμός» και λογοκρισία…
Αλλά και πάλι, τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτό που συμβαίνει σήμερα.
Ή μάλλον υπάρχει κάτι που μπορεί να συγκριθεί: οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004 και τα εγκαίνια του Mall στο Μαρούσι το 2005.
Με ελάχιστες εξαιρέσεις, όπως για παράδειγμα ο Ριζοσπάστης για τα εργατικά ατυχήματα και ο Φίλιππος Συρίγος της Ελευθεροτυπίας για το ντοπινγκ, το σύνολο του τύπου αποδεχόταν τις δημοσκοπήσεις ότι το 99% των Ελλήνων τάσσονται υπέρ των Αγώνων και σχεδόν κανείς δεν τολμούσε να αναρωτηθεί –και να ρωτήσει την κυβέρνηση Σημίτη- αν η Ελλάδα μπορεί να σηκώσει το κόστος της διοργάνωσης (σ.σ. τότε το σήκωνε χάρις στα ομόλογα που έμελλε να της «σκάσουν» μερικά χρόνια αργότερα και να οδηγηθούμε στο ΔΝΤ).
Αντίστοιχα, κανένα μέσο ενημέρωσης δεν τόλμησε να σταθεί απέναντι στο τεράστιο σκάνδαλο του Mall στο Μαρούσι (της οικογένειας Λάτση), πλην ενός μικρού περιοδικού ονόματι «Γαλέρα». Ο Λάτσης δεν ήταν μόνο διαφημιζόμενος στον τύπο. Ήταν και δανειστής μέσω της Eurobank…
Η άποψη του πατρός (Ιωάννη) Λάτση για τις εφημερίδες και τους δημοσιογράφους στο βίντεο από κάτω… Τις ίδιες αντιλήψεις, δυστυχώς, έχουν και οι σημερινοί ιδιοκτήτες των ΜΜΕ…
Οι νέοι ιδιοκτήτες και η «ποδοσφαιροποίηση»
Μετά το 2010, οι μεγάλες εφημερίδες και οι τηλεοπτικοί σταθμοί εν μέσω της οικονομικής κρίσης και υπό την πίεση των τραπεζικών δανείων είτε έκλεισαν, είτε άλλαξαν χέρια.
Και δυστυχώς τα χέρια που κατέληξαν (Μαρινάκης, Σαββίδης και εσχάτως και Μελισσανίδης) ουδεμία σχέση έχουν με εκείνα των παλαιών –έστω και διαπλεκόμενων- εκδοτών.
Ο Μαρινάκης ελέγχεται για το αν ήταν πλοίο συμφερόντων του το Noor 1 που μετέφερε 2 τόνους ηρωίνης, ενώ Σαββίδης και Μελισσανίδης έχουν κατηγορηθεί για υποθέσεις λαθρεμπορίας στο παρελθόν (σ.σ. για να είμαστε βέβαια δίκαιοι, ο τελευταίος δεν έχει ούτε χρόνο που αγόρασε τη Ναυτεμπορική).
Μοναδική «σταθερά» τα τελευταία 40 χρόνια, η οικογένεια Βαρδινογιάννη (Star, Alpha κ.α.) που πάει με το «ρεύμα» της κάθε εποχής, αρκεί να διασφαλίζονται τα επιχειρηματικά της συμφέροντα.
Αλλά, τι σύμπτωση, τα «μεγάλα» ονόματα των επιχειρηματιών στα ΜΜΕ σήμερα, συμπεριλαμβανομένου και του Αλαφούζου (Σκάι, Καθημερινή κ.α.) έχουν διατελέσει ή παραμένουν παράγοντες του βρωμερού ελληνικού ποδοσφαίρου, με τους στημένους αγώνες και την «πιασμένη» διαιτησία.
Όταν εκδόθηκε η Ελευθεροτυπία το 1975 με το προσωνύμιο «η εφημερίδα των συντακτών», ο Φρέντυ Γερμανός είχε γράψει ένα άρθρο στο οποίο έλεγε ότι οι δημοσιογράφοι αποκτούσαν τη δίκη τους… μπάλα «χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η εφημερίδα θα γράφεται με τα πόδια» όπως σημείωνε χαριτολογώντας.
Τραγική ειρωνεία: η «μπάλα» που θα έπαιζαν οι δημοσιογράφοι κατέληξε στα χέρια των παραγόντων του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Που άμα λάχει, ξέρουν και να την “στήνουν”…
Το οικονομικό – πολιτικό τοπίο και το… ίντερνετ
Όπως αναφέραμε παραπάνω, η οικονομική πίεση και ο τραπεζικός δανεισμός καθόρισε την τύχη πολλών ΜΜΕ στην Ελλάδα μετά το 2010, οδηγώντας και χιλιάδες δημοσιογράφους στην ανεργία.
Μέσα σε αυτή τη δεκαετία σημειώθηκε και η «έκρηξη» των ενημερωτικών ιστοσελίδων που στην πραγματικότητα αντικατέστησε την αναγνωσιμότητα των εφημερίδων. Ο κόσμος σήμερα διαβάζει, αλλά στο ίντερνετ.
Η εφημερίδα, όμως, είχε τιμή πώλησης, η ενημέρωση στα σάιτ είναι δωρεάν.
Πώς θα προκύψουν έσοδα?
Εκεί δημιουργήθηκε το νέο χάος. Ξεφύτρωσαν εκατοντάδες ιστοσελίδες –ενημερωτικές υποτίθεται- με μοναδικό σκοπό να μαζεύουν clicks και να κερδίζουν κάτι από τις διαφημίσεις της Google.
Τον δρόμο της επιβίωσης έδειξαν τα οικονομικά sites… Παίρνουμε διαφήμιση από τις τράπεζες, άμα λάχει και κανα δανειάκι, και βγάζουμε τον σκασμό για τα τεράστια σκάνδαλα των Ελλήνων τραπεζιτών.
Αυτό που ξεκίνησε κυρίως από το 2000 και μετά, σήμερα έχει γίνει κανόνας απαράβατος στα ελληνικά ΜΜΕ: δεν ακουμπάμε πελάτη.
Και η σημερινή κυβέρνηση Μητσοτάκη, με παλιούς λογοκριτές στην υπηρεσία της, αυτή τη συνταγή ακολούθησε με τη Λίστα Πέτσα και τις άλλες μοιρασιές που ακολούθησαν: έγινε ο πελάτης και εξαγόρασε την σιωπή της πλειονότητας των ελληνικών ΜΜΕ.
Αν σε αυτή την στρατηγική προσμετρήσουμε τον εναγκαλισμό των παραγόντων –πρώην και νυν- του ελληνικού ποδοσφαίρου, που σήμερα ελέγχουν μεγάλη μερίδα των ΜΜΕ, με την κυβέρνηση Μητσοτάκη για ιδεολογικούς και… επιχειρηματικούς λόγους, λύνεται η εξίσωση πως η Ελλάδα βρέθηκε στην 108η θέση παγκοσμίως στην Ελευθερία του Τύπου από 19η είκοσι χρόνια πριν.
Σίγουρα υπάρχουν και άλλες παράμετροι, όπως η ταύτιση μερίδας του κόσμου με τις παραπάνω πρακτικές υπό το φαιδρό και κυνικό σκεπτικό “διότι έτσι λειτουργούν τα πράγματα” αλλά και το γενικότερο έλλειμμα δημοκρατίας που προκάλεσαν στη χώρα τα χρόνια των Μνημονίων, ο τρόπος που επιβάλλονται νόμοι από ΔΝΤ, ΕΚΤ και Ε.Ε., ο τρόπος που αυτοί ψηφίζονταν στη Βουλή, ο αυταρχισμός, η κρατική καταστολή κ.α.
Για να σταματήσει αυτή η κατρακύλα πρέπει να υπάρξει οικονομική ανεξαρτησία των ΜΜΕ και των δημοσιογράφων. Το πώς μπορεί αυτό να γίνει δείχνουν –για παράδειγμα- η συνεταιριστική Εφημερίδα των Συντακτών και το σάιτ Press Project που μαζεύει δωρεές αναγνωστών.
Και η κρατική επιχορήγηση μπορεί να συμβάλλει στην ανεξαρτησία των ΜΜΕ αρκεί να είναι θεσμοθετημένη με τρόπο τέτοιο που δεν θα κάνει «μοιρασιές» κατά το δοκούν και χωρίς να αντιμετωπίζεται η εκάστοτε κυβέρνηση ως “πελάτης”.
www.freedomofpress.gr
Κάντε το πρώτο σχόλιο